H ομάδα που θα επιχειρήσει την 6άρα έχει λίγο πολύ φανεί. Λίγα άτομα με γρήγορο βηματισμό και καλή χημεία. Δύο Ελβετοί, ο Γάλλος και δύο άτομα της τελευταίας στιγμής από την Αγγλία και την Ταϊβάν. Ο οδηγός έχει μόλις γυρίσει από το βουνό και γνωρίζει τις συνθήκες που επικρατούν πάνω. Στο Leh μένουμε μόνο δυο μέρες, ίσα για να ανακτήσουμε δυνάμεις. Προτεραιότητα να μην χάσουμε τον εγκλιματισμό μας. Έξαλλου είναι αρχές Σεπτέμβρη και ο καιρός αρχίζει να κρυώνει. Το χρονικό παράθυρο στενεύει.

09.00 στην αρχή του μονοπατιού, στα 3.600μ., στο χωριό Stok. Τσάι, πρωινό και ευδιαθεσία. Μια ομάδα Γερμανών κατεβαίνει μετά από τέσσερις ημέρες στο βουνό. Αμίλητοι, σκυθρωποί, λασπωμένοι, δεν μιλιούνται. Φαίνονται κατάκοποι. Φορτωνόμαστε το σακίδιο ημέρας και μπαίνουμε στη χαράδρα που κατεβαίνει από τις νότιες απολήξεις του βουνού και αποτελεί τη φυσική είσοδο στον κυρίως όγκο του Stok Kangri. Πίσω ακολουθούν τα μουλάρια με τα βαριά σακίδια και τα αντίσκηνα. Το καλοπατημένο μονοπάτι κινείται χωρίς απρόοπτα στα δεξιά ενός χειμάρρου. Μικρή ανάβαση σε αγκώνα με ξαπόσταμα και ωραίο αγνάντι στα 4.000μ. Βράχινες λεπίδες ξεπηδούν από τα σωθικά του βουνού, μαρτυρώντας τις ανείπωτες δυνάμεις της φύσης που σχημάτισαν την οροσειρά. Το τοπίο σε αυτά τα υψόμετρα αλλάζει χρόνο με τον χρόνο, άλλοτε από τη δράση κατακλυσμιαίων δυνάμεων που δρουν στο υπέδαφος και συχνότερα από τη δημιουργική μανία των καιρικών φαινομένων. Η κορυφή κρυμμένη ακόμα. Βαδίζουμε αρκετή ώρα στην ίδια ισοϋψή. Αργά το μεσημέρι φτάνουμε στο Markarmo, την πρώτη στάση στα 4.200μ. Ο οδηγός ετοιμάζει τσάι. Τρώμε καλά, με άφθονους υδατάνθρακες και υγρά. Το βραδάκι ένα εκπληκτικό φεγγάρι σκορπίζει ένα απόκοσμο φως στον καταυλισμό. Πίσω από τη χαμηλή ράχη προβάλλει η κορυφή μακρινή, απρόσιτη, λουσμένη με τις λιγοστές χιονούρες της στο ασημί της πανσέληνου. Χώνομαι στον υπνόσακο κατά τις 20.00.

Νωρίς την επομένη ξεκινάμε για το προωθημένο base camp στα 5.000μ. Eκεί θα περάσουμε όλη την ημέρα, στο πλαίσιο του εγκλιματισμού πριν από την τελική ανάβαση που θα ξεκινήσει τα μεσάνυχτα. Γύρω καταπράσινες πλαγιές με ποώδη βλάστηση, που στα τελειώματα τους σμίγουν με τις μεγάλες παγετωνικές μάζες πάνω από τα 5.000μ. Νερά παντού. Μόνος σταθερός κάτοικος της περιοχής οι μαρμότες. Και η δυσθεώρητη λεοπάρδαλη του χιονιού. Κανένα ίχνος δέντρου. Αραιά και που κάνει την εμφάνιση του κανένας θαρραλέος θάμνος, που αψηφά το κρύο του υψόμετρου. Βαδίζουμε γρήγορα με αρκετές στάσεις και κατά τις 10.00 το πρωί τρώμε μία ακόμα σούπα στα 5.000μ. Λιγοστός κόσμος. Στα νότια μια παγωμένη πλαγιά φαίνεται προσπελάσιμη και καλή για προετοιμασία πριν την κορυφή. Στα βόρεια το μονοπάτι φιδοσέρνεται σε γυμνό αγκώνα, στον οποίο ανεβαίνουμε με αργά βήματα. Από ψηλά κατεβαίνει μια ανθρωπινή φιγούρα, κινείται αργά, υπερβολικά αργά. Πλησιάζει αμίλητος. Σκιά του εαυτού του. Ο Γάλλος τον ρωτάει αν έκανε κορφή. Έγνεψε μόνο, δεν βγήκε λέξη. Συνεχίζω βλακωδώς τις ερωτήσεις: “Πώς ήταν…;” Δυο λέξεις μόνο, δυο ανάσες που κουβαλούσαν μαζί όλο το βάρος του βουνού: “Physically exchausting…“. Συνεχίζουμε μέχρι τα 5.250μ. Κοντοστεκόμαστε και αποφασίζουμε να επιστρέψουμε για φαγητό, ενυδάτωση και ύπνο. Μετράω τις δυνάμεις μου. Ανασαίνω καλά, το στομάχι μου δεν διαμαρτύρεται και ο πονοκέφαλος ελάχιστος. Θυμάμαι πριν από τρια χρόνια στο Kotopaxi, στα 4.800μ., τον άσχημο ύπνο στο καταφύγιο. Κακουχία, ναυτία, αϋπνία. Κακή προπόνηση, χειρότερος εγκλιματισμός. Αναγκάστηκα να επιστρέψω στα 5.400μ. Τώρα το στοίχημα είναι 750 μέτρα ψηλότερα. Χαλαρή κουβεντούλα στη σκηνή για να διώξουμε την ένταση πριν να αποσυρθούμε στους υπνόσακους. Ξαπλώνουμε κατά τις 19.00. Σε πέντε ώρες ξεκινάμε.

Διαβάστε ακόμα:  Στα 6118μ. σταμάτησε η προσπάθεια στο Nya Kangri!

Με μία ώρα καθυστέρηση, στη 01:00, αρχίζουμε να ανηφορίζουμε τη ράχη προς τον κεντρικό παγετώνα. Η νύχτα ξάστερη, φεγγάρι γεμάτο, βουβή πορεία χωρίς φακούς. Μόνο οι ανάσες μας τρεμοπαίζουν. Παίρνουμε ύψος και στα 5.400μ. συναντάμε τα πρώτα χιόνια. Ο παγετώνας είναι αμέσως μετά. Κάνουμε συχνά μικρές στάσεις για νερό. Φοράμε τα crampons και δρασκελίζουμε ένα-δύο crevasses χωρίς δυσκολία. Πιο ψηλά, στην πλαγιά, δυο φωτεινές δέσμες φαίνονται στάσιμες εδώ και ώρα. Ένα ζευγάρι Ινδών είχε ξεκινήσει νωρίτερα. Αρχίζουμε τη βασανιστική ανάβαση στην τεράστια σάρα-ανατολική όψη της πυραμίδας. Θα ’ναι 03.30 όταν ο ένας Ελβετός της παρέας παραπονιέται πως τα δάχτυλα του έχουν ξυλιάσει και δεν τα νιώθει. Κι άλλη στάση. Ρίχνω μια μάτια. Είναι παγωμένα αλλά δεν έχουν αλλάξει χρώμα. Κάνουμε μαλάξεις εναλλάξ. Επιστρατεύουμε και το γκαζάκι με τη λιγοστή φλόγα. Η ώρα περνάει και αρχίζουμε να κρυώνουμε. Ο Ελβετός αποφασίζει να συνεχίσει. Νιώθει, λέει, καλυτέρα. Δεν τον ρώτησα ποτέ αν είπε την αλήθεια. Από ψηλά βλέπω να κατεβαίνουν βιαστικά οι Ινδοί. Η δυσκολία στην ανάσα αναγκάζει και τους δύο τους να επιστρέψουν. Πεισματικά βγαίνουμε στην κόψη στα 5.700μ. Ώς εδώ καλά. Άλλα 450μ. υψομετρική. Από ώρα έχουν χαθεί τα αστέρια. Η θερμοκρασία λίγο κάτω από το μηδέν. Πιάνει ένα ψιλόχιονο, που μας συνοδεύει σε όλη την ανάβαση της κόψης. Ο δυνατός Ελβετός έχει χαθεί μπροστά, το ίδιο και ο Γάλλος. Στις 05.30 φως αχνοφαίνεται στην ανατολή. Η κόψη είναι ξέχιονη και έχει χώρο για ελιγμό. Αλλά απαιτεί πολύ scrambling, που σε κάποια σημεία θέλει προσοχή. Μια γλυκιά ζάλη με τυλίγει. Το αλτίμετρο δείχνει 5.900μ. Mεθυσμένος από το λιγοστό οξυγόνο ανεβαίνω με ασταθές βήμα. Στέκομαι για λίγο. Ανασύνταξη. Ψάχνω για ανάσες. Τι στο διάολο κάνω εδώ πάνω; Φευγαλέα αμφιβολία. Ξέρω ότι το κορμί αντέχει, μένει μόνο το μυαλό να συνεργαστεί. Άλμα πίστης. Τα τελευταία μέτρα δεν τα θυμάμαι. Μόνο μια φωνή, ένα νεύμα από ψηλά, χρώματα που ανεμίζουν. Ψιλόχιονο. Πετάω το σακίδιο από πάνω μου. Με βαραίνει αφάνταστα. Γονατίζω για λίγα δευτερόλεπτα. Από σεβασμό. Η φωνή δεν βγαίνει, πνίγεται μέσα σε σκόρπιες σκέψεις… ο ορίζοντας συννεφιασμένος και μακρινός… Γαμώτο, δεν φαίνεται το Κ2…

Διαβάστε ακόμα:  Ελληνική αποστολή για το εντυπωσιακό και ακόμα ασκαρφάλωτο Nya Kangri

Στην κατάβαση όλη η σάρα εκεί καλυφτεί από χιόνι. Επίπονα, αργά τρώμε την υψομετρική. Στον παγετώνα ξαποσταίνουμε, ο καιρός ανοίγει και αποκαλύπτει την κορυφή που λάμπει στο πρωινό φως. Εξαντλημένοι διανύουμε τα τελευταία χιλιόμετρα μέχρι το base camp όπου μας περιμένει ζεστό τσάι. Στο βραδινό τα χαμόγελα περισσεύουν, οι έγνοιες μπαίνουν στην άκρη. Σκαρώνουμε νέες αποστολές. Ιsland Peak, Αconcagua, Lenin. Όλο και ψηλώνει ο πήχης. Καθόμαστε γύρω από το τραπέζι έως ότου η κούραση μας κυριεύει. Όλοι αποκοιμηθήκαμε με ένα κρυφό χαμόγελο εκείνο το βράδυ.

Η τελευταία ημέρα είναι μία επιστροφή από τα ίδια. Ο οδηγός μας τρέχει μπροστά στις ανηφοριές. Αναρωτιέμαι τι αιματοκρίτη έχει. Σκοπεύει να πάρει μέρος στον Μαραθώνιο του Ladakh που διοργανώνεται κάθε Σεπτέμβρη. Θέλει να δοκιμάσει τη διαδρομή έως τα 5.600μ., στο φημισμένο Κardung-La Pass. Μια απίστευτη σωματική και ψυχική δοκιμασία.

Πίσω στην αφετηρία. Στην ησυχία του Leh, στον γνώριμο ξενώνα, σε φιλικά πρόσωπα. Οι δρόμοι με τους περισσότερους χωρίζουν. Το τελευταίο απόγευμά μου στο Ladakh. Από το παράθυρο του δωματίου μου απολαμβάνω την απρόσκοπτη θεά προς την οροσειρά. Αφήνω το βλέμμα να τρέξει πάνω από τα καταπράσινα χωράφια με τα λαχανικά, πέρα από τα χαμόσπιτα της παλιάς πόλης, πάνω από τους φιλόξενους ανθρώπους αυτής της γης. Συναντά τις προσευχές τους, γίνεται ένα με το mantra των μοναχών και αιωρείται για λίγο πάνω από την πυραμίδα που ροδίζει στο λιγοστό φως του δειλινού λίγο πριν χαθεί πίσω από τα μαβιά νέφη που συρρέουν κυκλωτικά από τον νότο. Όλα καλώς καμωμένα. Κι αύριο μια νέα αρχή, ένα καινούργιο μονοπάτι. Αυτό που μέλλει να με βγάλει μετά από τέσσερα μερόνυχτα ένα υγρό πρωινό στις πεδιάδες του Punjab και στους λασπωμένους δρόμους της Amritsar…

1
2
3
4
SHARE
Οι εκδόσεις ΑΝΕΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ξεκίνησαν την άνοιξη του 98 με την έκδοση του πρώτου ομώνυμου τεύχους. Από τότε έχουν εκδοθεί 73 τεύχη, 9 τίτλοι βιβλίων με ανάλογο περιεχόμενο και συνεχίζουμε...