Τα σύννεφα έχουν αρχίσει εδώ και ώρα να ανεβαίνουν, αλλά η θέα είναι ακόμη μοναδική από το χαρακτηριστικό ώμο στο τέλος της τραβέρσας. Περίπου 2700 μέτρα πιο χαμηλά, ο παγετώνας Abruzzi ξεδιπλώνεται πέρα μέχρι τη στροφή του Chongolisa, ενώ πίσω μου, πίσω απ το διάσελο του Baltoro-Kangri, ξεπροβάλλουν τα βουνά της Ινδίας.

Η μεγαλύτερη όμως έκπληξη με περιμένει όταν προχωράω λίγο πιο πέρα και oρθώνονται οι ατέλειωτες οροσειρές του Θιβέτ! Μόλις τρείς εκατοντάδες μέτρα υψομετρικής διαφοράς με χωρίζουν απ την κορυφή. Τόσο κοντά, κι όμως τόσο μακριά! Ακόμη και τώρα μου μοιάζει σαν άπιαστο όνειρο. Πρέπει όμως να ξεκινήσω…

Εφτά ώρες χρειάστηκε το Boing 767 των Πακιστανικών αερογραμμών να καλύψει την απόσταση μεταξύ του νέου αεροδρομίου της Αθήνας και του Islamabad. Λίγο αργότερα ξεκουραζόμαστε στα άνετα δωμάτια του Shalimar. Mας περιμένει ένας λαβύρινθος γραφειοκρατίας μέχρι να πάρουμε στα χέρια μας την πολυπόθητη άδεια. Αυτή τη φορά θα καθυστερούσαμε πολύ περισσότερο από μια εβδομάδα, που τελικά χρειαστήκαμε, για να τα βγάλουμε πέρα αφού το αρμόδιο στρατιωτικό γραφείο είχε δρομολογήσει την άφιξη του L.O. (Liaison Officer=Aξιωματικός Σύνδεσμος) δέκα μέρες αργότερα!

Χάρη στη βοήθεια του Ashraf Amman και του γραφείου του ΑΤΡ (Adventure Tours Pakistan) ξεπεράσαμε …γρήγορα τις δυσκολίες και  πετάμε για Skardu, την πρωτεύουσα του Baltistan. Χάνουμε μ αυτόν τον τρόπο το καταπληκτικό οδικό ταξίδι πλάι στον Ινδό, που το έχουμε ξανακάνει σε παλαιότερη μας αποστολή, γλυτώνουμε όμως αρκετή ταλαιπωρία και κερδίζουμε πολύτιμο χρόνο.

Στο δρόμο προς το Askole. Η γέφυρα του ποταμού έχει σπάσει.

Παραδοσιακό ορειβατικό στέκι του Baltistan το K-2 Motel μας υποδέχεται με ενθουσιασμό. Όλες οι γνώριμες φυσιογνωμίες, με επικεφαλής τον Abdullah, μάνατζερ του ΑΤΡ στην περιοχή, έχουν έτοιμα όλα τα απαραίτητα για την αναχώρησή μας. Με χαρά συναντάμε και την ομάδα των τεσσάρων φίλων μας, trekkers, που θα κάνουν μαζί μας το περπάτημα μέχρι την Concordia. Ο Φώτης Δενδρινός, η Ελένη Λαζάκη, η Τασία Ηλιοπούλου και ο Αλκιβιάδης Καβαλιέρος, έχουν έρθει εδώ οδικώς (!) από το Islamabad δυο μέρες πιο πριν και όλοι μαζί θα ξεκινήσουμε την επομένη με τζιπ για τον τελευταίο σταθμό του πολιτισμού, το Askole. Tο μόνο που προλαβαίνουμε να κάνουμε το ίδιο μεσημέρι είναι μια μικρή ανάβαση στα υψώματα κοντά στη λίμνη Satpara και αργότερα στις αποθήκες του Κ-2 την τελική συσκευασία των βαρελιών και των σακιδίων μας.

Μια μέρα αργότερα, ξεκουραζόμαστε στις χορταριασμένες πλαγιές του Askole (2.800μ.) και ετοιμαζόμαστε για το δύσκολο και μακρύ trekking που θα μας φέρει στη βάση του Gasherbrum II (5.000μ.). Δεν είμαστε η μόνη αποστολή που θα ξεκινήσει το επόμενο πρωί για τα βουνά. Μαζί μας φεύγουν η Χιλιάνικη αποστολή για το Gasherbrum I και η Βραζιλιάνικη του Waldemar Nicklevitch που θα επιχειρήσει την  Eternal Flame στο Grate Trango!

Tο trekking είναι μακρύ και δύσκολο. Μας περιμένουν τρεις ημέρες εξαντλητικού περπατήματος μέχρι το καταπράσινο Payju, εκεί μια μέρα ξεκούραση για μας και τους porters και στη συνέχεια τρείς ακόμη μέρες μέχρι την Concordia στον εκπληκτικό παγετώνα Baltoro και μετά δυο μέρες κατά μήκος του παγετώνα Abruzzi μέχρι να φτάσουμε στο B.C. (Base Camp=κατασκήνωση βάσης) των GI και GII.

Σε αντιστάθμισμα όλης αυτής της ταλαιπωρίας θα απολαύσουμε τη μοναδική άγρια ομορφιά των γρανιτικών σχηματισμών του Trango, του Masherbrum, του Mustang, και του Mitre για να βρεθούμε στο τέλος ανάμεσα στους γίγαντες του Broad Peak, του μοναδικού Κ2 και τέλος των πέντε Gasherbrums!

Το περπάτημα ξεκινάει κάθε μέρα πολύ νωρίς το πρωί γύρω στις 5, για να αποφύγουμε την πολύ ζέστη. Ο καιρός είναι πολύ καλός και η ζέστη υπερβολική. Οι high porters που έχουμε μαζί μας, ο Ibrahim, ο Rasul και ο Ezet είναι ενθουσιασμένοι. Μας επαναλαμβάνουν συνεχώς ότι  ο φετινός χειμώνας ήταν πολύ ήπιος, χωρίς ιδιαίτερες χιονοπτώσεις και ότι αν ο καιρός συνεχίσει έτσι θα είναι μια πολύ καλή περίοδος αναβάσεων.

Οι πρώτες ημέρες είναι εξαντλητικές, μέχρι να μπούμε στους ρυθμούς μας.

Οι πρώτες ημέρες είναι εξαντλητικές, μέχρι να μπούμε στους ρυθμούς μας. Τα τμήματα του περπατήματος (stages) διαδέχονται το ένα το άλλο, με μικρές στάσεις ανάμεσα. Οι διανυκτερεύσεις είναι σε προκαθορισμένα σημεία (camps) και οι διαδικασίες γνωστές σε όλα τα μέλη της αποστολής, μια που έχουμε ξαναπερπατήσει εδώ, ο Γιάννης Τήλιος και ο Τάκης Παπακωνσταντίνου στη αποστολή του Broad Peak του 1999, εγώ στην αποστολή του Broad Peak του 1997 και ο Κώστας Τσιβελέκας και στις δυο προηγούμενες.  Στις 10 Ιουνίου ξεκινήσαμε από το Αskole και τραβερσάροντας τον παγετώνα Biafo, φτάσαμε στο Korofong. Την επομένη περνώντας τον ποταμό Dumordu στην Jhola και από εκεί την άλλη μέρα στο πανέμορφο Paiyu, στα 3600μ.

Είμαστε ήδη κοντά στο Trango, κάποιες από τις ψηλές κορυφές στο βάθος αρχίζουν να ξεπροβάλλουν, ενώ από αύριο μας περιμένουν 65 χιλιόμετρα στον Baltoro, μέχρι να φτάσουμε στην Concordia. Στις 14 Ιουνίου, έχοντας διανύσει ήδη τις πρώτες δέκα ημέρες της αποστολής μας στο Karakorum, περπατάμε στον  Baltoro κάτω από ψιλόβροχο με επόμενο σταθμό το Urdukas. To Payju που μόλις αφήσαμε είναι αναμφισβήτητα το ομορφότερο και φιλικότερο μέρος της διαδρομής, αφού είναι καταπράσινο από βλάστηση, έχει άφθονο νερό, για να πιεί κανείς και για να πλυθεί  και αποτελεί το φυσικό σύνορο για την άγρια αλπική ζώνη που ακολουθεί. Η χθεσινή φολκλορική βραδιά με τα αυτοσχέδια όργανα από μπιτόνια και βαρέλια, οι τοπικοί χοροί και τα τραγούδια των Baltis θα μείνουν σε όλους αξέχαστα (και η ξανθιά γερμανιδούλα επίσης...)

Ένα λευκό οροπέδιο, με την ορατότητα να μην ξεπερνάει τα πενήντα μέτρα και συνεχή χιονόπτωση, δε θυμίζει σε τίποτε τη λαμπρή ηλιοφάνεια του Karakorum.

Ο καιρός αρχίζει να μας δείχνει τα δόντια του και τα επόμενα stages από Urdukas-Goro-Goro II-Concordia, γίνονται με οριακές συνθήκες. Στο Goro II αρχίζουν τα πρώτα προβλήματα με τους porters. Λόγω της σοβαρής κακοκαιρίας αρνούνται να συνεχίσουν προς Concordia. Τελικά οι δυο Sirdar τους πείθουν να ξεκινήσουν, αφού εμείς είμαστε ήδη μια ώρα μπροστά, κινδυνεύοντας να αποκοπούμε εντελώς από αυτούς στην περίπτωση που ο καιρός χειροτερέψει κι άλλο. Στην Concordia (4.700μ.) καθηλωνόμαστε δυο ημέρες. Ένα λευκό οροπέδιο, με την ορατότητα να μην ξεπερνάει τα πενήντα μέτρα και συνεχή χιονόπτωση, δε θυμίζει σε τίποτε τη λαμπρή ηλιοφάνεια του Karakorum, τους επτά παγετώνες που συγκλίνουν στο μοναδικό αυτό σημείο και τα υπέροχα βουνά που μας περιτριγυρίζουν κρυμμένα για την ώρα πίσω από το πυκνό λευκό.

Το ηθικό μας έχει καμφθεί αρκετά, οι trekkers απογοητευμένοι και το πρωί της τρίτης ημέρας και αφού η κακοκαιρία εμφανίζει ύφεση, αποφασίζουμε να συνεχίσουμε. Η χρυσαφένια ορθοπλαγιά του Gasherbrum IV παίζει κρυφτούλι με τον τεράστιο όγκο του Κ2, αφού ξεπροβάλλουν μια το ένα και μια το άλλο, αποκαλύπτοντας μικρά τμήματα της κορυφής ή της βάσης τους κάθε φορά, σαν τις νεαρές μουσουλμάνες του Baltistan, που μόνο φευγαλέα μπορέσαμε να διακρίνουμε πίσω απ τα τσαντόρ.

Λίγο πριν το B.C. στον παγετώνα Baltoro.

Μετά τον αποχωρισμό απ τους trekkers που πρέπει να φύγουν προς τα πίσω απ τον ίδιο δρόμο (ούτε λόγος να γίνεται για το Gongodoro-La με τέτοιο καιρό) και τις ατελείωτες διαβουλεύσεις με τους porters, συνεχίζουμε για Shangri. Η επόμενη μέρα και μετά από ένα ευδιάθετο πρωινό περπάτημα τριών ωρών κάτω από μια λαμπρή λιακάδα, θα μας βρεί να φτάνουμε επιτέλους στο Base Camp, σε υψόμετρο περίπου 5.300μ.

Βλέπουμε επιτέλους το βουνό, στο βάθος η χρυσή πυραμίδα της κορυφής, 8.035μ! Ακριβώς μπροστά μας και δεξιά του παγετώνα Abruzzi υψώνεται το επιβλητικό Gasherbrum I, και πιό πίσω, στο τέλος του παγετώνα, η χαρακτηριστική βράχινη πυραμίδα του Gasherbrum II. Μόνο 4 αποστολές είμαστε στην κατασκήνωση βάσης, ενώ σύμφωνα με τις πληροφορίες που πήραμε από το Υπουργείο Τουρισμού στο Islamabad, αναμένονται 20 αποστολές και για τα δύο βουνά (GI και GII)!

Βλέπουμε επιτέλους το βουνό, στο βάθος η χρυσή πυραμίδα της κορυφής, 8.035μ!

Oι porters φεύγουν μετά την πληρωμή και το σχετικό μπαξίς και μαζί μας μένουν μόνο οι 3 high porters, ο μάγειρας Baqir, ο Nasar, ο οδηγός μας και ο L.O. ο ταγματάρχης Farooqi. Στήνουμε την κατασκήνωση μας ίσως στο καλύτερο μέρος του παγετώνα, σχετικά ψηλά, με καλή θέα του βουνού και ακριβώς στην αρχή του μονοπατιού. Είμαστε όλοι πολύ καλά και αποφασίζουμε μετά από μια ημέρα ξεκούραση, να ξεκινήσουμε την πρώτη μας εξόρμηση προς την C1 που βρίσκεται στο τέλος του δύσκολου και επικίνδυνου παγετώνα που έχουμε μπροστά μας, σε υψόμετρο 6.000μ.

Στο B.C. Στο βάθος η Chongolisa.

Η αναχώρησή μας από το B.C. στις 5 το πρωί αποδείχτηκε μεγάλη ανοησία, αφού χρειαστήκαμε 7 ώρες για να καλύψουμε τα 700μ. υψομετρικής διαφοράς μέχρι την C1 και περίπου 4 ώρες να ξανακατέβουμε μεσημεριάτικα (!), μέσα από ένα τραγικά σπασμένο παγετώνα, πέφτοντας συνεχώς μέσα στις κρεβάς και στις τρύπες (ευτυχώς ήμασταν συνέχεια δεμένοι) που εμφανίζονταν συνεχώς κάτω απ τα πόδια μας, λόγω της μεγάλης ζέστης.

Το σχέδιο της ανάβασης καταστρώθηκε και μετά από μικρή ξεκούραση δυο ημερών θα ξαναανέβουμε στη C1 για να μείνουμε εκεί αυτή τη φορά και κατόπι να κατευθυνθούμε για τη C2 στα 6.500μ. Επίσης πρέπει για λόγους στρατηγικής και οικονομίας δυνάμεων να μείνουμε ελαφρά πιο πίσω από τις βαριά εξοπλισμένες και μεγάλες αποστολές (δύο εμπορικές βρετανικές και δυο Γιαπωνέζικες), για να μη χρειαστεί να ανοίγουμε τη διαδρομή προς τα πάνω, σε άγνωστο για μας πεδίο, μια που είμαστε μόνο τρείς για την προσπάθεια αφού ο Τάκης εκτελεί χρέη Base camp manager.

Ο καιρός όμως δε συμμερίστηκε τις απόψεις μας και μας καθηλώνει στο B.C. για μια εβδομάδα, με πυκνή χιονόπτωση και ομίχλη. Αποφασίζω να γνωρίσω τις υπόλοιπες αποστολές και αφού δεν έχω τίποτε καλύτερο να κάνω, το ρίχνω στις δημόσιες σχέσεις. Στους Χιλιάνους βλέπουμε DVD και κάνουμε γενικώς πολύ πλάκα, οι Άγγλοι δεν είναι μάλλον ιδανικοί για παρέα, οι Γερμανοί έχουν και …ενδιαφέρουσες παρουσίες και οι απόμακροι Γιαπωνέζοι που σημειωτέον έχουν γεμίσει τον παγετώνα με άχρηστα σταθερά σχοινιά αλλά και με πολύ χρήσιμα σημαιάκια για τη διαδρομή, μέσω του δικού τους L.O. μου δανείζουν για τις σχετικές μετρήσεις το ψηφιακό οξύμετρό τους! Τα αποτελέσματα που αποτελούν ένα γενικό δείκτη για τον εγκλιματισμό μας είναι αρκετά ικανοποιητικά.

Ο Κώστας και ο Γιάννης (ο γνωστός σε όλους Τσέχος) έχουν 81, ο Τάκης 86 κι εγώ 90! (Οι αριθμοί αντιπροσωπεύουν τον επί τοις εκατό κορεσμό του αίματος σε οξυγόνο). Κάποια από τις ημέρες συναντώ περιφερόμενο τον Alberto Innurategi, διάσημο Βάσκο Ιμαλαίστα, που βρίσκεται εδώ για το G1. Πέρυσι τέτοια εποχή και μετά την επιτυχή προσπάθειά τους στο GII, στην επιστροφή σκοτώθηκε από πτώση ο αδερφός του Felix. Ήταν η 12η πετυχημένη οχτάρα τους, φέτος επιχειρεί στο G1 και αν όλα πάνε καλά, του απομένει μόνο η Annapurna που μάλλον θα επισκεφθεί την άνοιξη του 2002 για να ολοκληρώσει έτσι και αυτός το Grand Slam. Με τους αδελφούς Innurategi είχαμε γνωριστεί στο Broad Peak to 1997.

Νωρίς το πρωί της 28ης Ιουνίου, περίπου 2 τα ξημερώματα, ξεκινάμε με λίγο καλύτερο καιρό για πάνω και καλύπτουμε την απόσταση μέχρι την C1 σε πεντέμισι ώρες. Ο καιρός είναι αισθητά καλύτερος από τις προηγούμενες ημέρες και οι περισσότερες αποστολές θα βρίσκονται στο βουνό τις επόμενες ημέρες, πράγμα όχι και τόσο καλό για όλους μας. Από εδώ και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν. Η διαδρομή εξελίσσεται πάνω στην κόψη που είναι μπροστά μας (τη γνωστή μπανάνα), με κλίσεις από 40 ως 60 μοίρες.

Είμαι  βιαστικός, γιατί δε θέλω να μας προλάβουν οι υπόλοιπες αποστολές που είναι πίσω μας, ενώ από πάνω μας είναι καμιά δεκαπενταριά άτομα ακόμη πάνω στην κόψη.

Στα περισσότερα σημεία υπάρχουν σταθερά σχοινιά και χρειάζονται περίπου 6 ώρες για να αναρριχηθεί κανείς μέχρι τη C2 στα 6.500μ. Ξεκινάμε με το πρώτο φως στις 4 και κάτι, για τη βάση της διαδρομής και σε λιγότερο από μια ώρα είμαστε στα σχοινιά. Είμαι  βιαστικός, γιατί δε θέλω να μας προλάβουν οι υπόλοιπες αποστολές που είναι πίσω μας, ενώ από πάνω μας είναι καμιά δεκαπενταριά άτομα ακόμη πάνω στην κόψη. Ο διάσημος Άγγλος ορειβάτης Henry Todd μου παραχωρεί τη σειρά του και ξεκινάω πρώτος. Έχω σχεδόν καλύψει τα πρώτα 150-200μ. μέχρι το σύμπλεγμα των βράχων που είναι μερικές δεκάδες μέτρα πιο ψηλά και έχω βγάλει τη φωτογραφική μηχανή να τραβήξω τον Κώστα και το Γιάννη, που ακολουθούν καμιά εκατοστή μέτρα χαμηλότερα, όταν ένας πνιχτός θόρυβος συνοδευόμενος από κάποιο επιφώνημα με κάνουν να γυρίσω το κεφάλι μου προς τα πάνω. Στον ατόφιο μελιτζανί ουρανό που γεμίζει την εικόνα μου πίσω απ τα βράχια, εισβάλει βίαια ένα πελώριο λευκό σύννεφο που μεγαλώνει και πέφτει με τρομακτική ταχύτητα. Με μια γρήγορη κίνηση φέρνω τα χέρια μου και το πιολέ πάνω απ το κεφάλι μου και χώνω το πρόσωπό μου και τη Nikon στο Goretex. Αρχίζω να αναπνέω γρήγορα, ενώ τα πρώτα χιόνια πέφτουν πάνω μου και σκέφτομαι…αυτό ήταν…

Το μισό περίπου λεπτό που βρέθηκα εκεί μέσα μου φάνηκε περισσότερο από …μισός αιώνας, μέχρι να συνειδητοποιήσω ότι τα jumar και τα σταθερά σχοινιά με κράτησαν πάνω στις 50 μοίρες της πλαγιάς και ζω ακόμη. Μετά το πρώτο σοκ, οι πρώτες φωνές. Κοιτάω πίσω μου, ο Εγγλέζος δείχνει εντάξει, του μιλάω και μου απαντάει Ο.Κ.,με ρωτάει για τη φωτογραφική μηχανή (εγγλέζικο χιούμορ), ο Κώστας και ο Γιάννης είναι εντάξει (τουλάχιστον έτσι νομίζουν), προσπαθώ να απαλλαγώ απ τα χιόνια που έχουν μπει παντού και καλύπτω βιαστικά τα λίγα μέτρα που με χωρίζουν μέχρι τα βράχια. Eκεί συναντώ τα άλλα δυο μέλη της ομάδας του Henry, τον David και τον John που δε δείχνουν και τόσο καλά αφού έχουν μικροτραυματισμούς. Όπως αντιλαμβάνομαι στη συνέχεια από τις φωνές τους, ο Κώστας έχει τραυματιστεί στο κεφάλι, ευτυχώς όχι πολύ, αλλά για να αποφύγει κάποιο σοβαρότερο πιθανά πρόβλημα με το υψόμετρο θα γυρίσει πίσω στη βάση με τη συνοδεία του Γιάννη. Πέντε ώρες αργότερα με εξαντλητική ζέστη πάνω σε μια όχι εύκολη και αρκετά εκτεθειμένη κόψη φτάνω στην C2. Μόνο 4 αποστολές τα έχουν καταφέρει μέχρι εδώ. Οι δυο Γιαπωνέζικες, μια Βρεταννική κι εμείς. Το βράδυ θα το περάσω μόνος εδώ αναλογιζόμενος το συμβάν και δυο μέρες αργότερα, στη βάση θα μάθω απ τους Χιλιάνους που φωτογράφισαν τη χιονοστιβάδα από μακριά, πως ήταν ένας τεράστιος όγκος χιονιού στη μπροστινή πλαγιά του βουνού και ένα κομμάτι της έσπασε πάνω στην κόψη πέφτοντας πάνω στη δική μας διαδρομή.

Όλη η ομάδα. Από αριστερά: Κ. Τσιβελέκας, Γ. Τήλιος, M. Karim, Χ. Μπαρούχας, Δ. Παπακωνσταντίνου.
Μαγείρεμα στην τελευταία προωθημένη κατασκήνωση, με φόντο την πολυπόθητη κορυφή.

Περίπου δυο ώρες πιο μετά, οι δυο σύντροφοί μου με ειδοποιούν από μακριά ότι γυρίζουν προς τα πίσω. Δεν αισθάνονται καλά. Απογοήτευση… Για μια στιγμή το σκέφτομαι. Έχω πάρει όμως την απόφασή μου και θα συνεχίσω.

Έχει μπει ο Ιούλιος και το ηθικό της ομάδας μας στο B.C. είναι στο ναδίρ. Εγώ `έχω δηλώσει πως θα συνεχίσω, μετά από ξεκούραση τριών ημερών, για την τελική προσπάθεια στην οποία θα στηθεί και η C3 στα 7.050μ. σύμφωνα με το αρχικό μας πλάνο. Ο Γιάννης είναι αρκετά προβληματισμένος αφού δεν έχει βρεθεί καθόλου πάνω από τα 6.200μ. και ο Κώστας έχει ακόμη ζαλάδες και πονοκεφάλους από το χτύπημα πέτρας απ τη χιονοστιβάδα, καθώς και ελαφριά διάσειση. Ο καιρός πάλι κάνει τα δικά του και σίγουρα δεν είναι μια καλή περίοδος όπως όλοι περίμεναν. Καμιά αποστολή δεν έχει βγει πάνω απ τα 6.500μ. και στη βάση επικρατεί νευρικότητα και άγχος. Κατά διαστήματα μιλάμε με την Ελλάδα μέσω του δορυφορικού τηλεφώνου και ανταλλάσσουμε νέα. Μετά από μια βδομάδα παραμονής στη βάση και μετά από συνεννόηση με τις άλλες αποστολές και επιβεβαίωση των πληροφοριών για επερχόμενο τριήμερο καλοκαιρίας, αποφασίζουμε την αναχώρησή μας για πάνω, μια ημέρα μετά τους Γιαπωνέζους και τις εμπορικές Βρετανικές αποστολές. Έτσι στις 7 Ιουλίου, περίπου στις 1 το πρωί ξεκινάμε και οι τρεις  για την τελική προσπάθεια και φτάνουμε στην C1 σε λιγότερο από 5 ώρες. Το βράδυ ο Κώστας παραπονιέται για το κεφάλι του και το πρωί ξεκινάμε όλοι μαζί για την C2. Περίπου δυο ώρες πιο μετά, οι δυο σύντροφοί μου με ειδοποιούν από μακριά ότι γυρίζουν προς τα πίσω. Δεν αισθάνονται καλά. Απογοήτευση… Για μια στιγμή το σκέφτομαι. Έχω πάρει όμως την απόφασή μου και θα συνεχίσω. Εξάλλου θα έχω και βοήθεια από τον έναν από τους high porters που θα μείνει μαζί μου. Συνεχίζω για την C2 όπου και διανυκτερεύω. Οι high porters δεν είναι και πολύ διατεθειμένοι για πάνω. Φαίνεται να μην τα βρίσκουν και πολύ καλά μεταξύ τους. Ο ένας είναι Balti, o Rasul, ενώ ο άλλος, ο Ezet είναι Hunza. O τρίτος είναι ήδη στη βάση λόγω αδιαθεσίας. Τελικά αποφασίστηκε να ανέβουν και οι δυο μέχρι την C3 και από εκεί και πάνω να ανέβει μαζί μου μόνο ο Ezet. O Rasul είχε ανέβει πέρυσι στην κορυφή με μια γερμανική αποστολή και δεν έδειχνε πολύ ενθουσιασμό στο να το ξανακάνει. Μια φορά είναι αρκετή, είπε όταν τον ρώτησα γιατί δεν θέλει. Στις 5 το πρωί της επομένης ξεκινήσαμε για την C3. Δε μας πήρε περισσότερο από 3 ώρες η αναρρίχηση μέχρι τα 7.050μ., σε ένα αρκετά κάθετο κομμάτι με πολλά σεράκ. Ο καιρός είναι ασταθής και μετά το στήσιμο της κατασκήνωσης ασχολούμαι με το φαγητό της ημέρας και της επόμενης, το νερό, τι θα πάρω μαζί και το πρόγραμμα της ανάβασης. Τραβάω φωτογραφίες σε μια ύστατη προσπάθεια να καταγράψω τη μαγεία που με περιτριγυρίζει. Η κορυφή είναι από πάνω μας, δείχνει κοντά… Στην πραγματικότητα αύριο θα χρειαστώ πάρα πολλές ώρες αν είμαι τυχερός, για να φτάσω εκεί πάνω. Οι αποστολές των Γιαπωνέζων και η εμπορική αποστολή του David Hamilton (Εγγλέζοι) έχουν προηγηθεί μια μέρα, σύμφωνα με το πρόγραμμα  και προσπαθούν για την κορυφή σήμερα. Το βράδυ, μετά από λίγες ώρες ξεκούρασης, θα ξεκινήσουμε στις 11.30 μαζί με τον Ezet και 3 μέλη της άλλης Βρεταννικής αποστολής, για την τελική προσπάθεια. Νωρίς το απόγευμα επιστρέφουν οι πρώτοι των δυο αποστολών που τελικά έκαναν σήμερα κορυφή. Μετά το καλωσόρισμα και τις ευχές που ανταλλάσσουμε, τους κερνάμε ζεστό τσάι και σοκολάτες και μαθαίνουμε τις λεπτομέρειες τις διαδρομής. Κοιμόμαστε νωρίς.

Δεν είναι λίγα τα σημεία όπου τα παλιά σταθερά σχοινιά είναι τόσα πολλά, που στις αλλαγές είναι δύσκολο να εντοπίσω το σωστό!

Σε λίγες ώρες είμαστε ήδη στα σταθερά σχοινιά. Οι Εγγλέζοι έφυγαν ένα τέταρτο νωρίτερα από ότι είχαμε συμφωνήσει. Ο καιρός δεν είναι καλός, κάνει κρύο, χιονίζει και φυσάει αρκετά. Το κομμάτι της διαδρομής μέχρι τα 7.500μ. (κάποιες αποστολές στήνουν εδώ C4) εξελίσσεται πάλι πάνω στην κόψη, με αρκετά μικτά κομμάτια και πολλά παλιά σταθερά σχοινιά. Χρησιμοποιούμε τους φακούς κεφαλής για να βλέπουμε αφού μέχρι να ξημερώσει είναι ακόμη αρκετές ώρες. Σύντομα προλαβαίνω τους Εγγλέζους και κολλάω πίσω τους αφού είναι αδύνατο να προσπεράσω με τέτοιες συνθήκες. Δεν είναι λίγα τα σημεία όπου τα παλιά σταθερά σχοινιά είναι τόσα πολλά, που στις αλλαγές είναι δύσκολο να εντοπίσω το σωστό! Είμαι συνεχώς με τα κραμπόν πάνω στα χιονισμένα και παγωμένα απ το βεργκλάς βράχια, με λεπτά γάντια για να μπορώ να πιάνω καλύτερα και να δουλεύω το jumar και τα πόδια μου είναι εντελώς παγωμένα απ τις μεγάλες αναμονές στις αλλαγές και το πολύ κρύο. Στην κορυφή της ράχης ο αέρας είναι πιο δυνατός. Σταματάμε για ξεκούραση. Ο Tom (επικεφαλής των Εγγλέζων) με ενημερώνει ότι δε θα προχωρήσουν άλλο και εγώ του απαντάω πως θα συνεχίσω. Ο high porter τους, θέλει να έρθει μαζί μου και μετά από συνεννόηση συνεχίζουμε πλέον τρεις. Λίγο πιο πάνω περνάμε ανάμεσα από την C4 των Γιαπωνέζικων αποστολών και κατευθυνόμαστε προς την αρχή της τραβέρσας. Με το πρώτο φως έχουμε ήδη διανύσει ανασφάλιστοι (αφού εδώ και ώρα δεν υπάρχουν σταθερά σχοινιά λόγω της μικρότερης κλίσης) τα πρώτα μέτρα της εκτεθειμένης και εντυπωσιακής πλαγιάς. Η κορυφή του G1 ξεπροβάλλει απέναντι μέσα απ τα σύννεφα. Σταματάω για φωτογραφίες.

Ο high porter Ezet, σε προσπάθεια επικοινωνίας με τη βάση.

Οι δυο high porters, ο δικός μας και των Εγγλέζων (είναι και συγγενείς) συνεχίζουν μπροστά. Δεν κάνω καμιά προσπάθεια να τους σταματήσω ή να τους προλάβω. Οικονομία δυνάμεων σκέφτομαι. Εξάλλου δεν κουβαλάν τίποτε δικό μου. Η τραβέρσα της μεγάλης βράχινης πυραμίδας της κορυφής συνεχίζει συνεχώς ανηφορικά στη βάση της, μέχρι τον χαρακτηριστικό ώμο (shoulder). Στα τελευταία 100 μέτρα πριν από αυτό το σημείο υπάρχουν πάλι σταθερά σχοινιά λόγω της μεγάλης κλίσης. Δυο μαύρες κουκκίδες που από ώρα ήταν μακριά πίσω μου, με προσπερνάν! Γιαπωνέζοι από την C4 με οξυγόνα φορτωμένα στην πλάτη και τις μάσκες στα μούτρα τους σαν προβοσκίδες, συνεχίζουν προς τα πάνω!

Η θέα από εδώ είναι μοναδική. Ένας απέραντος ορίζοντας γεμάτος κορυφές! Μετά την ανατολή ο άσχημος καιρός σταδιακά υποχώρησε, δίνοντας τη θέση του σε ένα ηλιόλουστο πρωινό. Η πλαγιά όμως αριστερά πάνω μου με περιμένει. Γρήγορα θα μπω και πάλι στα σχοινιά. Η κλίση όσο πάει και μεγαλώνει και δεν βλέπω πουθενά κορυφή. Από τα χαμηλά μαζεύονται σύννεφα που συνεχώς ανεβαίνουν προς τα πάνω. Ανεβαίνω κι εγώ αλλά πολύ αργά. Νιώθω σαν να ζυγίζω τόννους! Κάθε δέκα το πολύ βήματα κάνω στάση! Η πλαγιά μοιάζει ατέλειωτη. Είμαι αποφασισμένος να σκαρφαλώνω για πολλές ώρες ακόμη. Το χιόνι σε πολλά σημεία βουλιάζει αρκετά. Λίγο πιο πάνω βλέπω δεξιά και αριστερά μερικές συστάδες βράχια και η πλαγιά δείχνει να αλλάζει κλίση. Είμαι σίγουρος πως μόλις βγώ εκεί θα δω ότι έχω άλλο τόσο δρόμο μέχρι την κορυφή. Οι high porters κουρασμένοι κι αυτοί με περιμένουν εδώ γιατί είναι σχεδόν απάγκιο. Σκέφτομαι να δω το ρολόι – αλτίμετρο. Γρήγορα βγάζω το αριστερό μου εξωτερικό γάντι και ψάχνω κάτω απ το goretex. Όταν βέπω την ένδειξη παθαίνω ένα μικρό σοκ, μάλλον από χαρά,  8.000! Τα λίγα αυτά μέτρα μεγάλης κλίσης (60 μοίρες) μας χωρίζουν απ την κορυφή. Αφήνω το σακίδιο, παίρνοντας μόνο τον ασύρματο και τη φωτογραφική μηχανή, μπαίνω μπροστά και αποφασιστικά σκαρφαλώνω τα τελευταία μέτρα για να βρεθώ σχεδόν καβάλα σε μια πολύ στενή κόψη και να δω από κάτω μου …το Θιβέτ! Καλώ απ τον ασύρματο τη βάση και μου απαντάνε με αγωνία. Κύριοι μπορείτε να είστε υπερήφανοι!

Η ώρα είναι 11.15 το πρωί της 10ης Ιουλίου 2001. Το ψηλότερο σημείο είναι λίγο πιο πέρα, στο τέλος της κόψης. Γρήγορα θα βρεθώ εκεί με προσεκτικές κινήσεις.

Κορφή!!!

Είμαστε στην κορυφή! Το επαναλαμβάνω γιατί ακολουθεί σιγή, στη συνέχεια χαλασμός. Η ώρα είναι 11.15 το πρωί της 10ης Ιουλίου 2001. Το ψηλότερο σημείο είναι λίγο πιο πέρα, στο τέλος της κόψης. Γρήγορα θα βρεθώ εκεί με προσεκτικές κινήσεις. Η κορυφή δεν είναι αυτό που θα χαρακτήριζε κανείς ευρύχωρη! Τρία άτομα μαζί δεν χωράμε. Έλα εσύ εδώ, να έρθω εγώ εκεί! Τα σύννεφα έχουν ανέβει ψηλά και εξέχουν μόνο οι οχτάρες. Δίπλα τo G1 δεξιά απ την άλλη μεριά το Broad Peak, λίγο πιο πέρα το επιβλητικό K2! Συναισθήματα πολλά, εικόνες μοναδικές, μια λέξη. Μαγεία! Τα χέρια και τα πόδια παγωμένα, βγάζουμε φωτογραφίες, προσπαθούμε να το απολαύσουμε. Καμιά ώρα αργότερα ξεκινάμε για κάτω. Μένω πίσω γιατί θέλω να κατέβω αργά και προσεκτικά. Λίγο χαμηλότερα συναντάω τον Jordi τον Ισπανό που ανεβαίνει μεσημεριάτικα μόνος του. Συνεχίζω για την C3, όπου θα φτάσω κατά τις 6 το απόγευμα. Δε μπορώ να το πιστέψω, μου φαίνεται σαν ένα όνειρο, από αυτά που βλέπει κανείς στους ανήσυχους ύπνους του υψομέτρου…

Υποδοχή με δάκρυα συγκίνησης. Είναι ευχάριστο να βλέπεις τους φίλους σου, μετά από μια τέτοια περιπέτεια!

Ο Χρήστος Μπαρούχας, καταπονημένος μετά την ανάβαση.

Μιάμιση μέρα αργότερα και αρκετά κουρασμένος φτάνω στη βάση. Υποδοχή με δάκρυα συγκίνησης. Είναι ευχάριστο να βλέπεις τους φίλους σου, μετά από μια τέτοια περιπέτεια! Λίγο αργότερα μαθαίνω τα δυσάρεστα. Ο Claudio, ο αρχηγός των Χιλιάνων, σκοτώθηκε στην επιστροφή μετά από την επιτυχή ανάβασή τους στην κορυφή του G1… Tην επόμενη το πρωί τα μαζεύουμε, βρήκαμε απρόσμενα porters, και ξεκινάμε για πίσω. Σε χρόνο ρεκόρ, μόλις δυόμιση ημέρες, έχοντας ανεβοκατέβει και το θεαματικότερο πέρασμα των Ιμαλαίων, το Gondogoro-La, φτάνουμε στο Hushe, φορτωμένοι με μνήμες, συγκινήσεις, εμπειρίες και με μια ιστορική ανάβαση στο ενεργητικό μας, την πρώτη Ελληνική σε κορυφή μεγαλύτερη των 8.000 μέτρων στο Karakorum.

Κείμενο-φωτο: Χρήστος Μπαρούχας.

Σ.σ.: το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο ΑΝΕΒΑΙΝΟΝΤΑΣ Νο15/2001. Ο Χρήστος Μπαρούχας πέθανε από πνευμονικό οίδημα στις 6/10/2003, κατεβαίνοντας από την κορυφή του Cho-Oyu, στα 7300μ. Ηταν ο αρχηγός της αποστολής Everest 2004 και η ανάβαση αυτή είχε πραγματοποιηθεί στα πλαίσια της προετοιμασίας για το Everest. Για την ιστορία, ο Χρήστος ήταν αυτός που μας σχεδίασε τα δυο πρώτα τεύχη του ΑΝΕΒΑΙΝΟΝΤΑΣ.

SHARE
Οι εκδόσεις ΑΝΕΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ξεκίνησαν την άνοιξη του 98 με την έκδοση του πρώτου ομώνυμου τεύχους. Από τότε έχουν εκδοθεί 73 τεύχη, 9 τίτλοι βιβλίων με ανάλογο περιεχόμενο και συνεχίζουμε...